νίκα

νίκα
νῑκα (-ας, -αν; -αι, -ᾶν, -αις, -ας.)
1 victory in athletic events.

νίκαν τριακοστὰν ἑλών O. 8.66

ἐπωνυμίαν χάριν νίκας ἀγερώχου κελαδησόμεθα βροντάν (v. ἐπωνύμιος) O. 10.79

εὔδοξον ἅρματι νίκαν Κρισαίαις ἐνὶ πτυχαῖς ἀπαγγελεῖ P. 6.17

ἄγοντι δέ με πέντε μὲν Ἰσθμοῖ νῖκαι P. 7.14

οὐδὲ κλειτομάχοιο νίκαν Ἰσθμοῖ θρασύγυιον P. 8.37

Ἥρας τ' ἀγῶν ἐπιχώριον νίκαις τρισσαῖς, ὦ Ἀριστόμε-

νες, δάμασσας ἔργῳ P. 8.80

πολλὰ δὲ πρόσθεν πτερὰ δέξατο νικᾶν (v. l. νίκας) P. 9.125

τέσσαρας ἐξ ἀέθλων νίκας ἐκόμιξαν N. 2.19

τιμαλφεῖν λόγοις νίκαν N. 9.55

Ἀρισταγόραν ἀγλααὶ νῖκαι πάτραν τ' εὐώνυμον ἐστεφάνωσαν πάλᾳ καὶ μεγαυχεῖ παγκρατίῳ N. 11.20

οὐκ ἄγνωτ' ἀείδω Ἰσθμίαν ἵπποισι νίκαν I. 2.13

ὅδ' ἀνὴρ διπλόαν νίκᾶν ἀνεφάνατο παίδων λτ;τεγτ; τρίταν πρόσθεν and a third among boys I. 4.71

ἄραντο γὰρ νίκας ἀπὸ παγκρατίου I. 6.60

φέρει γὰρ Ἰσθμοῖ νίκαν παγκρατίου i. e. in the pankration I. 7.22

κῶμον, Ἰσθμιάδος τε νίκας ἄποινα I. 8.4

ἵππων τ' ὠκυπόδων πολυγνώτοις ἐπὶ νίκαις Παρθ. 2. 45. pro pers.,

Νίκας ἐν ἀγκώνεσσι πίτνων ποικίλων ἔψαυσας ὕμνων N. 5.42

χρυσέας ἐν γούνασιν πίτνοντα Νίκας I. 2.26

, cf. P. 9.125 supra.

Lexicon to Pindar. . 2010.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Νίκα — Νίκᾱ , Νίκη victory fem nom/voc/acc dual Νίκᾱ , Νίκη victory fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νίκα — το (Μ νίκα) 1. σύνθημα τών στασιαστών κατά τού αυτοκράτορα Ιουστινιανού το έτος 532 μ.Χ. 2. φρ. «στάση τού νίκα» η επανάσταση που εξερράγη το 532 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη κατά τού αυτοκράτορα Ιουστινιανού. [ΕΤΥΜΟΛ. Ουσιαστικοποιημένος τ. τής… …   Dictionary of Greek

  • Νίκᾳ — Νίκαι , Νίκη victory fem nom/voc pl Νίκᾱͅ , Νίκη victory fem dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Νίκα, στάση του- — Στάση που έγινε στην Κωνσταντινούπολη επί Ιουστινιανού (532), με βασική αιτία τη δυσφορία του πληθυσμού εναντίον της διοίκησης και ιδιαίτερα εναντίον της οικονομικής πολιτικής του μισητού υπουργού Ιωάννη Καππαδόκη. Η στάση, που ονομάστηκε έτσι… …   Dictionary of Greek

  • νικᾶ — νῑκᾶ , νικάω conquer pres subj act 1st sg (doric aeolic) νῑκᾶ , νικάω conquer pres ind act 1st sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νικᾷ — νῑκᾷ , νικάω conquer pres subj mp 2nd sg νῑκᾷ , νικάω conquer pres ind mp 2nd sg (epic) νῑκᾷ , νικάω conquer pres subj act 3rd sg νῑκᾷ , νικάω conquer pres ind act 3rd sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νίκα — νί̱κᾱ , νίκη victory fem nom/voc/acc dual νί̱κᾱ , νίκη victory fem nom/voc sg (doric aeolic) νί̱κᾱ , νῖκος for ever neut nom/voc/acc pl (doric aeolic) νί̱κᾱ , νικάω conquer pres imperat act 2nd sg νί̱κᾱ , νικάω conquer imperf ind act 3rd sg… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νίκᾳ — νί̱κᾱͅ , νίκη victory fem dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Νικᾷ τὴν εἰσκομιδὴν ἡ δαπάνη. — См. Овчинка выделки не стоит …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • Νίκας — Νίκᾱς , Νίκη victory fem acc pl Νίκᾱς , Νίκη victory fem gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Νίκαν — Νίκᾱν , Νίκη victory fem acc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”